ΤΑ ΜΙΑΡΑ

 

ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

Τα μιαρά

Σαλεύοντας πάνω στ’ απόζαλα των λέξεων, πολλές φορές μου πάντηξαν  λογιώ-λογιώ έχνη.  Πολλά από αυτά ακολουθούν τον άνθρωπο από όταν πρωτοστάθηκε όρθιος, τον βοήθησαν να επιβιώσει και να γίνει αυτό που είναι σήμερα. Άλλα πάλι του προκαλούν ζημιές, ασθένειες ή απλά δεν έχουν καμία χρησιμότητα για αυτόν, όλα αυτά που στο τόπο μας τα λέμε «μιαρά».

Τα μιαρά (αρχ. μιαρός= μολυσμένος, ανόσιος), μικρά και μεγάλα, πάντα απασχολούσαν τον άνθρωπο και τα ονόματά τους είναι η μεγαλύτερη απόδειξη για αυτό:

Άρκαλος: Υποείδος ασβού που ζει στην Κρήτη, άρκηλος για τους αρχαίους (άρκαλος στη Δωρική διάλεκτο), με πιθανή ρίζα το άρκων  (μεταγενέστερο του άρκτος)  μιας και το σαρκοφάγο τούτο θηλαστικό μοιάζει με μικρό αρκουδάκι. Ο άρκαλος κυνηγήθηκε για τις ζημιές που προκαλούσε στις καλλιέργειες με τα λαγούμια του.

 

Ο περίφημος άρκαλος στην είσοδο του λαγουμιού του

                        


Αρουραίος. ποντικός:
Τα ζημιογόνα τρωκτικά που ταλαιπωρούν τον άνθρωπο μέχρι σήμερα, ονομάζονταν μύες στα αρχαία Ελληνικά. Αρουραίος μυς είναι λοιπόν ο μυς του αγρού (αρόω= οργώνω, άρουρα= καλλιεργήσιμη γη). Ποντικός μυς είναι ο μυς του πόντου, της θάλασσας δηλαδή. Τα πλοία που έρχονταν από τον Εύξεινο Πόντο κουβαλούσαν εκτός από σιτάρι και μύες του Πόντου (ποντικούς).Καλογεννούσα (καλογιαννού, καλογυναικάρι, καλοσυντεκνάκι): Φόβος και τρόμος ακόμα και σήμερα για τα κοτέτσια, η καλογεννούσα είναι υποείδος νυφίτσας. Το όνομα καλογεννούσα προέρχεται από την πανάρχαια πεποίθηση πως φορώντας κάποια γυναίκα τη γούνα του συγκεκριμένου ζώου, αυξάνει τη γονιμότητά της και προστατεύεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Έχουν μάλιστα βρεθεί πήλινα ειδώλια νυφίτσας σε Μινωικά Ιερά που συνδέονται με τη θεότητα της γονιμότητας. Όσον αφορά το όνομα νυφίτσα, ο μύθος του Αισώπου μας το ξεδιαλύνει: Η νυφίτσα, το μικρό, σαρκοφάγο ζώο, αγάπησε κάποτε παράφορα έναν όμορφο άντρα και παρακάλεσε τη θεά Αφροδίτη να τη μεταμορφώσει σε γυναίκα, για να μπορέσει να χαρεί τον έρωτά της. Η Αφροδίτη συγκινήθηκε από το πάθος του μικρού ζώου και τη μεταμόρφωσε σε μια πολύ όμορφη κοπέλα. Όταν την είδε ο άντρας την αγάπησε και αποφάσισαν να παντρευτούν. Την ώρα όμως που η νύφη καθόταν μαζί με τον γαμπρό, ντυμένη με τα νυφικά της στολίδια, ένα ποντίκι πέρασε από δίπλα της. Η νύφη τότε ξέχασε τον γαμπρό κι όρμησε να πιάσει τον ποντικό. Αγανάκτησε η Θεά Αφροδίτη από το φέρσιμό της και την ξαναέκανε ζώο, για να συνεχίσει το κυνηγητό των ποντικιών. Οι άνθρωποι όμως, τη λυπήθηκαν,  γι’ αυτό και της έδωσαν τ’ όνομα της νύφης (νύφη-νυφίτσα).

Κατσόχοιρος: Ο άκακος και συμπαθέστατος σκαντζόχοιρος, ακανθόχοιρος για τους αρχαίους. Δύσκολη και άκομψη λέξη, ακολούθησε τη μοίρα της απλοποίησης όπως και τόσες άλλες. Έτσι εκείνο το  -νθ, έγινε -τσ (τσιτακισμός νθ>τθ>τσ) και ο ακανθόχοιρος έγινε κατσόχοιρος, όπως τον ακανθόπρινο που έγινε κατσόπρινος και κατσοπρίνι ή τα ακανθόβραχα που έγιναν κατσάβραχα.

Λιόχεντρα: Η οχιά, όχεντρα μεταγενέστερα, στα μάτια του Κρητικού έγινε λιόχεντρα, λόγω της συνήθειάς της να λιάζεται στους βράχους (ήλιος-όχεντρα). Λόγω ακριβώς της ίδιας συνήθειας πήρε και το λιακόνι το όνομά του.

Αρογαλίδα: Η μεγάλη αυτή και τρομακτική στην όψη αράχνη, πήρε το όνομά της από την ομοιότητα που έχει το σώμα της με το ρόγα του σταφυλιού.

Σαμιαμίθι: Η μικρόσωμη αυτή σαύρα, που η εμφάνισή της προκαλεί ποικίλες αντιδράσεις, στην Κρήτη διατήρησε το Μεσαιωνικό της όνομα, σαμιαμίθιον (σαμιαμίδι στη υπόλοιπη Ελλάδα). Η ρίζα της λέξης είναι μάλλον εβραϊκή (samamit).

Ούτε δέκα ζάλα δεν έχω κάμει κλουθώντας τα χνάρια των λέξεων κι η βούργια μου εγίνηκε ασήκωτη. Όσο όμως βαραίνει τόσο πιο σίγουρες και πιο μεγάλες γίνονται οι ασκελιές μου, σε τούτη τη στράτα της θεομίλητης λαλιάς μας.

 


Σχόλια

  1. Όλα τα ζώα έχουν την χρησιμότητα τούς φίλε μου απλώς ότι ενοχλεί εμάς τό κυνηγάμε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΙΟΡ ΤΖΑΝΑΚΗ

ΤΣΗ ΚΟΝΤΟΛΕΝΙΑΣ

Ο ΚΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΘΟΥΣΑΣ

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1821 ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΞΟΜΠΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ