ΤΟ ΓΗΡΑΣ ΕΙΝΑΙ ΓΕΡΑΣ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΓΕΡΟΣ Ο ΓΕΡΟΣ

 

ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ


Το γήρας είναι γέρας

αν είναι γερός ο γέρος


Ως πρώιμος γέρος μιλώ ή μάλλον ως όψιμος μεσοκαιρίτης αν και σημασία έχει να είσαι γερός, είτε είσαι γέρος αλλά δεν φαίνεσαι, είτε φαίνεσαι γέρος αλλά δεν είσαι. Τα σημάδια βέβαια του γήρατος τα ξέρουμε όλοι. Όταν κουβαλάς μαζί σου παντού, ακόμα και στην τουαλέτα, τα γυαλιά πρεσβυωπίας. Όταν ντακάρουν να θρουλούνε τα δόντια σου κι ο οδοντίατρος που σε συναντά στο δρόμο σε διπλοχαιρετά. Όταν γυρεύεις να βρεις μεγαλύτερο κουτί για τα φάρμακά σου. Όταν ντακάρεις να πηγαίνεις σε περισσότερες κηδείες απ’ ότι γάμους.


Έτσα λοής γέρος θα-ν-είμαι, έτσα τουλάχιστον υποστηρίζει ο καινούργιος φούτερος, η τεχνητή νοημοσύνη.



Η παλαιότατη λοιπόν λέξη γέρος στα αρχαία γέρων, σημαίνει ηλικιωμένος, ώριμος, καθώς επίσης και το θηλυκό γεραιά-γραία-γριά. Λέει σχετικά το δημοτικό, σατιρικό τραγούδι:


Ήρθενε ένας ντασκερές να παντρεύγονται οι γρες

και οι γράδες ως τ’ ακούσαν σα φοράδες εγλακούσαν

και μια γρα απ’ τα πολλά, τα πολλά τα γηραθειά

δεν εμπόριε να γλακά και φωνιάζει των αλλώ:

«βαστάτε μου κι εμένα δυο, ένα γέρο κι ένα νιο

να ‘ναι ο γέρος για βουλή και ο νιος για το φιλί».


Μα κι ένα άλλο που λένε στα Δωδεκάνησα (Πάτμος)


Ένας γέρος ήρκουντάνε το λουρί ντου κρέμουντάνε

δενε πολυκρέμουντάνε μόνο κάτου σέρνουντάνε

και του πάντιξε μια γρα «γέρο ιντά ‘ναι αύτουδα»

«το βουκέντρι μου κερά μου που λαλώ τα πρόβατά μου»

και η γρα η κουτσοδόντα είχε πιάσει τα ογδόντα

«έλα γέρο μετα μένα που ‘ν’ τα μέσα μου καμένα»

ξεκαρδίζεται στα γέλια που την πήρανε τα μέλια.


Από τις λέξεις γέρος και γριά έχουμε πολλά παράγωγα όπως: γέροντας και γερόντισσα, γεροντάκι, γηραλέος, γερουσία και άλλες. Έχουμε επίσης πολλά σύνθετα: καλόγερος, καλόγρια, λεβεντόγερος, μουστόγρια, γεροξεκούτης και το παρετυμολογημένο εσχατόγηρος=αυτός που βρίσκεται στο έσχατο γήρας, το οποίο πολύ εύκολα έγινε σκατόγερος.

Σύμφωνα με την αρχαία ελληνική μυθολογία (αναφορά στον Ησίοδο) ο θεός Γήρας, που ήταν ασφαλώς προσωποποίηση του γήρατος, ήταν γιος της Νύχτας, η οποία τον γέννησε δίχως να κοιμηθεί με κάποιον από τους θεούς. Ενδεικτικό βέβαια είναι ότι ένα από τα επίθετα που είχαν δώσει στην θεά Αφροδίτη ήταν αμβολογήρα, δηλαδή που καθυστερεί το γήρας. Ο μοναδικός που νίκησε τον ακατανίκητο αυτόν θεό, ήταν ο Ηρακλής, ο οποίος τον συνάντησε στο δρόμο του προς τα μήλα των Εσπερίδων, όχι τυχαία βέβαια αφού έπρεπε να κατακτήσει την αθανασία.

Από το ίδιο θέμα γερ- προέρχεται και η λέξη γέρας η οποία σημαίνει βραβείο, έπαθλο. Η λέξη αναφερόταν αρχικά στην τιμητική θέση που προοριζόταν για τους ηλικιωμένους (Ομήρου Ιλιάδα Δ323: το γαρ γέρας εστί γερόντων), αργότερα πήρε την έννοια του δώρου, του βραβείου, του προνόμιου. Υπάρχει και το ομόηχο γερός, που σημαίνει βέβαια υγιείς, αυτός που έχει φυσιολογική σωματική διάπλαση και έχει ρίζα το υγιηρός-υγηρός-γερός.

Απευθύνομαι λοιπόν στον απατό μου και του λέω: «Δαφνιανέ, αν θες το γήρας να έρθει ως γέρας, φρόντισε να είσαι γερός ως γέρος».


Λουκαδάκης Νίκος

«Δαφνιανός»

niloukadakis@yahoo.gr




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΙΟΡ ΤΖΑΝΑΚΗ

ΤΣΗ ΚΟΝΤΟΛΕΝΙΑΣ

Ο ΚΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΘΟΥΣΑΣ

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1821 ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΞΟΜΠΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ