ΣΤΩΝ ΟΖΩ ΤΑ ΖΑΛΑ
ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ
Στων οζώ τα ζάλα
Από το πρώτο ζάλο που έκανα κλουθώντας τα χνάρια των λέξεων, ήξερα πως το ταξίδι μου θα ήταν μακρύ και δύσκολο. Δεν περίμενα όμως πως θα κρατήσει τόσο καιρό και πως θα με απασχολήσει τόσο πολύ (πάνω από σαράντα άρθρα για τη λαλιά μας τα τρία τελευταία χρόνια). Καρδιοχτυπώ απ’ την πρώτη στιγμή που μπήκα σε τούτη τη στράτα. Σαν το κουζουλοκόπελο χοροπηδώ απ’ τη χαρά μου σαν μπω σ’ ένα καινούργιο μονοπάτι, δίχως να ξέρω που θα με βγάλει. Ακόμα και τώρα, μετά από τόσο καιρό, το ίδιο νιώθω, την ίδια δίψα έχω, το ίδιο αχόρταγος είμαι. Το μόνο που άλλαξε είναι το πως βλέπω πια τη γλώσσα μου, το που ψάχνω την ομορφιά της, γιατί το ταξίδι τούτο με δίδαξε πως ο πλούτος της βρίσκεται στην απλότητα. Εκεί που δεν το περιμένεις ξεπετάγεται μπροστά σου μια λέξη σαν πυροτέχνημα. Έτσι πετάχτηκαν μπροστά μου κάποιες λέξεις ως βάδιζα στων οζώ τα ζάλα.
Φωτογραφία: Νίκος Νικολάου
Τα οικόσιτα ζώα έχουν εξημερωθεί από το 9000 π.Χ. και αποτέλεσαν μαζί με τη γεωργία, την πρώτη μεγάλη επανάσταση του ανθρώπου προς την εξέλιξη. Ειδικότερα τα αιγοπρόβατα και τα βοοειδή ήταν για εκατοντάδες αιώνες, το κλειδί της οικονομίας σε πολλές χώρες και στην Ελλάδα βεβαίως. Λόγω της απομονωμένης φύσης του επαγγέλματος του κτηνοτρόφου, πολλές κρητικές λέξεις που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν τα ζώα, παραμένουν ίδιες από τότε που οι αρχαίοι Δωριείς πάτησαν τις άγριες, αφιλόξενες κορφές της Κρήτης.
Το κουράδι= το κοπάδι αιγοπροβάτων. Η λέξη πιθανότατα προέρχεται από την αρχαία λέξη κουρά= κούρεμα, κόψιμο μαλλιών, με ρίζα το κείρω=κόβω. Κουράδι λοιπόν το κοπάδι κουρεμένων αιγοπροβάτων. Καμία σχέση με τη λέξη κουράδι ή κουράδα= περίττωμα, που προέρχεται από τη λέξη σκωράδιον υποκοριστικό του αρχαίου σκωρ= περίττωμα.
Τα στείρα οζά= τα ζώα που δεν μπορούν ή που δεν έχουν γεννήσει ακόμα. Η λέξη στείρα από την αρχαιότητα χρησιμοποιείται και για τις γυναίκες και για τα ζώα. Βουν στείραν μνηστήρσιν άγων και πιόνας αίγας=φέρνοντας στους μνηστήρες στέρφα αγελάδα και γίδες παχιές (Οδύσσεια υ’ 185).
Οζά σακασμένα= Τα ζώα που είναι περιορισμένα σε χωριστή μάντρα για να απογαλακτιστούν. Από το δωρικό σακός του αρχαίου σηκός=μάντρα (δωρικό -α- αντί για -η-), έχουμε το σακάζω=βάζω σε χωριστή μάντρα. Αίκα τα Μοίσαι ταν οιίδα δώρον άγωνται άρνας τυ σακίταν λαψή γέρας= Αν οι μούσες πάρουν δώρο την προβατίνα, εσύ θα λάβεις ως έπαθλο αρνί της μάντρας (Θεόκριτος 315-260 π.Χ. Θύρσις η Ωιδή 9-10).
Οζά απαλλαγά=τα ζώα που έχουν απαλλαγεί από την εγκυμοσύνη και βυζαίνουν τα μικρά τους. Αρχαία λέξη απαλλαγή=απελευθέρωση, αποδέσμευση.
Οζά έγγαλα=τα ζώα τα οποία έχουν χωριστεί από τα μικρά τους (σάκασμα) και είναι έτοιμα για άρμεγμα. Έγγαλα=εν+γάλα.
Οζά μαρτάρικα (μαρτιά, μαρθιά, μαρταρόγα)= τα αιγοπρόβατα και βοοειδή που έχουν οι κτηνοτρόφοι στα σπίτια τους, λέγονται και σκοινιάρικα, στο σκοινί δηλαδή. Η λέξη, σύμφωνα με κάποιους λεξικογράφους, προέρχεται από το αρχαίο ομαρτέω=συνοδεύω, συμβαδίζω και η αλήθεια είναι ότι η ερμηνεία αυτή συνάδει με την εικόνα παλαιότερων εποχών, των ανθρώπων να βαδίζουν στα χωριά συνοδευόμενοι από κάποιο οικόσιτο ζώο.
Μην λησμονείτε τη λαλιά σας, μην ντρέπεστε να την μιλάτε. Δεν είναι χωριάτικη γλώσσα, η γλώσσα σας είναι. Η γλώσσα σας που κρυστάλλινη σταλάσει στις σκισμάδες του χρόνου περιμένοντας δυο χείλη να τη γευτούν και να δροσερέψουν.
Νίκος Λουκαδάκης
(Ο Δαφνιανός)
niloukadakis@yahoo.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου