ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΣΙΜΩΝΟΣ ΠΕΤΡΑΣ-ΣΤΟ ΑΚΡΟΦΡΥΔΟ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ

 



20/10/25

Ηράκλειο


Στο Περβόλι της Παναγιάς


Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας,

στο Ακρόφρυδο της Σιωπής.


Δόκιμος, αδέξιος προσκυνητής, με τη βούργια μου βαριά φορτωμένη και την περιέργεια καλά σακιασμένη, μην ξεχειλίσει και φανεί ο μιαρός μου νους. Στον Βυζαντινό λιμένα της Ουρανούπολης στάθηκα, ανάμεσα στις φωτεινές επιγραφές με τα κυριλλικά γράμματα και στον μεσαιωνικό πύργο με τις πατουχιές του Παλαιολόγου ακόμα φρέσκιες, περιμένοντας με λαχτάρα την «Παναγιά Εγγυήτρια», να χωθώ στον κόρφο της πριν λύσει τους κάβους. Με γουρλωμένα τα μάθια, σκαλωμένος στη ράχη του πελάγου, ξάμωνα με το δαχτύλι μου τους τρούλους και τα καμπαναριά που ξεφύτρωναν ανάμεσα σε δέντρα και κύματα, εκεί απέναντι, στο Περβόλι της Παναγιάς, στον τόπο που με οδηγούσαν τα αβέβαια ζάλα μου.



Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας


Πήρα το κακοτράχαλο μονοπάτι, το σκαμμένο μέσα σε δάση απροσπέλαστα, σε γκρεμνά αγιοβάδιστα, και βγήκα εκεί που ο γέρο-Ασκητής άκουσε τρεις φορές τη φωνή της Κερά-Μάνας: «Σίμωνα, Σίμωνα, Σίμωνα» κι έπιασε σμίλη, πηλοφόρι και μυστρί, να στήσει εφτά πατωσές πίστη, με πέτρα και ξύλο, πάνω στον αθάνατο γρανίτη. Αρχιστράτηγος εδώ η ησυχία. Λίγο πριν φέξει, διατάσσει το νερό του βουνού να ορμήσει προς τους κρεμαστούς κήπους και τις ανθισμένες πεζούλες, τον Βοριά να κάνει τον σταυρό του πριν περάσει απ’ τις καμάρες του παλιού υδραγωγείου και τα πουλιά να στέσουν συλλείτουργο πάνω στις στέγες με τις πλακούρες, μα μονάχα για μια στιγμή και μετά όλα σωπαίνουν.


Τα κελιά των μοναχών που κρέμονται στο φρούδι


Σκύβει με σέβας τούτο το μοναστήρι ομπρός στη φύση. Σοφιλιασμένο με την πέτρα, με τα πλατάνια, τις αγριελιές, αγγίζει με τ’ ακροδάχτυλα τον ουρανό, και δίπλα στον μικρό αρσανά, γραίνει τα πόδια του βουτώντας τα σε πενήντα οργιές θάλασσα. Εγώ, παράταιρο, άχαρο πλάσμα, πηγαινοέρχομαι αμήχανα, κοιτάζοντας τα μαυροφορεμένα, άσαρκα σχεδόν αερικά, που με βήμα αθόρυβο εμφανίζονται απ’ το πουθενά, σχηματίζουν στον αέρα το σημείο του σταυρού, σε κοιτούν φευγαλέα και χάνονται στις κρύπτες της αέναης προσευχής.






Άποψη του Μοναστηριού λίγο πριν την είσοδο, δεξιά ξενώνες και στο βάθος διακρίνονται οι καμάρες του παλιού υδραγωγείου.



Τέσσερις το πρωί. Σκοτάδι. Ακούω τον υπόκωφο ήχο του τάλαντου από μακριά. Περνώ την σιδεροκουκούλωτη πόρτα με τα θεόβαρα κερκέλια κι ανεβαίνω τα μαγληνά σκαλοπάτια. Φτάνω στο προαύλιο του Καθολικού. Ψυχή γύρω μου. Προχωρώ μέσα στον ναό. Δυο αδύναμα καντήλια μόνο φέγγουν. Ούτε παγκάρι πουθενά, ούτε μανουάλι. Κάθομαι σ’ ένα από τα λιγοστά, παλαιινά στασίδια και δένω τα χέρια μου. Ξεκινούν οι ψαλμωδίες. Το σκοτάδι δίνει τον ρυθμό, η σιωπή το ισοκράτημα και το πολυφίλητο βρέφος στην μεγάλη εικόνα χαμογελά στη μάνα του. Τα μάθια μου σιγά-σιγά συνήθισαν το σκοτάδι, βλέπω πιο καθαρά από ποτέ τώρα. Μοναχοί, στεμένοι στα στασίδια κι αυτοί, με παρατηρούν. Νέοι με ανάρια γένια, με μάτια πεινασμένα για Θεό, μεσήλικες με την αυστηρότητα της αγάπης του γονέα, με φθαρμένα γόνατα και κουρασμένα πρόσωπα, κι ένας γέρος εκατοχρονίτης, να βαστά στη χέρα του μια βακτηρία χιλιοράιστη, στο πρόσωπό του να ‘χει σκαλισμένες όλες τις πτυχές της χριστιανοσύνης και στα χείλη του να στάζει το γλυκό χαμόγελο της λύτρωσης.

Μόλις αντίκρισα τον αναδυόμενο ήλιο που ανίερα χαλά την μυσταγωγία. Με σκυμμένο το κεφάλι, με τη γαλήνη να μου χτυπάει με βία το μπέτη, ξαναφορτώθηκα τη βούργια και συνέχισα να σαλεύω στο Περβόλι της Παναγιάς, αναχωρώντας από το Ακρόφρυδο της Σιωπής.


Νίκος Λουκαδάκης

(Δαφνιανός)

niloukadakis@yahoo.gr


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΚΡΗΤΗ-ΜΑΝΗ

ΔΙΩΜΑ- ΣΟΥΣΟΥΜΙ

ΑΝΑΘΡΟΦΗ

ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΚΡΕΜΟΥΝΤΑΙ ΑΠ' ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ

Εκείνη τη Δευτέρα του Οκτώβρη

ΖΑΛΑ ΤΗΣ ΠΡΕΠΙΑΣ