ΔΑΦΝΕΣ, Ο ΤΟΠΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΜΟΥ
Δαφνές, ο τόπος της ψυχής μου
Δαφνές, το χωριό μου. Σκαλωμένο σε λόφο πολύγεννο, σκαλωμένο και στον ανεμόδαρτο λόφο των αναμνήσεών μου. Με τη χρυσοπράσινη θάλασσα των αμπελιών σου που ρέγομαι να βουτώ το μεσοκαλόκαιρο. Με τα εφτά αιώνων σοκάκια σου που ρέγομαι να περιδιαβαίνω. Με τις μυριόχρωμες αυλές σου που ρέγομαι να καθίζω στο σταύρωμα της μέρας. Σπίτια χτισμένα πάνω στα ερείπια του χρόνου, με τα σημάδια των βαρβάρων στους πυρπολημένους ρούκουνες, με τις στενές πολεμίστρες, ορατές ακόμα, στα ψηλά αρχοντικά και τα παλιά πατητήρια, με τον μούστο ζωντανό ακόμα και την ξυπόλυτη λήθη να μπαίνει μέσα κάθε Σεπτέμβρη.
Το χωριό Δαφνές, όπως βγορίζει απ΄ την περιοχή Σταυρός
Της πίστης γυρομπεντενιασμένο κάστρο. Με τις εκκλησίες σου, αέναες φωλιές της ελπίδας. Πάντα γεμάτα τα καντήλια τους με δαφνιανό δάκρυ κι η φλόγα να καίει άσβεστη ως σήμερα. Κάθε σπίτι παρεκκλήσι που δεν έχει απολείτουργο. Στ’ αυτιά μου κάθε αυγή παίζει ρυθμικά η καμπάνα της προστάτιδας Αγίας Ζώνης. Μυρίζω κάθε απομεσήμερο τους λεμονανθούς ως τους έπλεκαν κολαΐνες οι παρθένες του επιταφίου και κάθε απόβραδο, ως σφαλίζω τα μάθια μου, της Ανάστασης θωρώ τα αναμμένα κεριά να φωτίζουν τη σκοτεινή «Πλαγιάδα» και χαμόγελα ζεστά να με φιλούν γλυκά στο μάγουλο.
Οινοφόρο πηγάδι αστέρευτο. Κάθε γωνιά του κόσμου πότισες με το νέκταρ σου. Καθένα απ’ τα αμέτρητα βαρέλια σου, κονάκι ολάκερο με κυκλώπεια ανθρωποθύριδα. Πόσους πικραμένους δεν παρηγόρησε, πόσους πληγωμένους δεν γιάτρεψε το θεϊκό σου λιάτικο, με το κατακόκκινο χρώμα του να βάφει για πάντα τις φλέγες μας. Δαφνιανό κρασί. Μεταλάβωση του μερακλή μπροστά στην ωραία πύλη του γλεντιού. Εξομολόγηση του αμαρτωλού κάτω απ’ το ξομπλιαστό πετραχήλι της μέθης. Πύρινο «άχι» στο στόμα του ερωτευμένου κάτω από το ολοφώτιστο μπαλκόνι του φεγγαριού.
Ο ιστορικός ναός της Αγίας Ζώνης Δαφνών
Στα χώματά σου τα ιερά αλαφροπατώ, των προγόνων μην ταράξω τον αιώνιο ύπνο, που ποτέ δεν άφησαν τη λευτεριά παραπονούμενη, ακόμη κι όταν διακοναριά χτυπούσε τις πόρτες και κανείς δεν άνοιγε. Αδιάψευστοι μάρτυρες, οι νεκροί ήρωες σου σε κάθε αγώνα του γένους που το όνομά τους γράφτηκε με αίμα στο άλιωτο βιβλίο της ιστορίας και τα κόκκαλά τους είναι σκορπισμένα όπου υπάρχει Ελλάδα. Στη βίγλα, στις Θερμοπύλες της Κρήτης, τα σκορπισμένα πελέκια απ’ τα ταμπούρια, ακόμα διηγούνται τις μάχες και τους λυσσασμένους Οθωμανούς, και στον Σταυρό, στση Λαβουρδάνας την Ελιά, το σήμαντρο περιμένει ακόμα το επόμενο χέρι που θα το χτυπήσει, ως δει από κει ψηλά τα φουσάτα του εχθρού να ζυγώνουν.
Δαφνές το χωριό μου. Των ματιών μου χαρά αλησμόνητη. Του μυαλού μου μόνη ανάπαυση. Της ψυχής μου κατοικιά αιώνια.
Λουκαδάκης Νίκος
(Ο Δαφνιανός)
niloukadakis@yahoo.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου