ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΨΥΧΗΣ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΥΚΛΙΝΟ

 


Κουβέντα ψυχής με τον Κουκλινό






Λουκαδάκης

Φίλε μου δεν την νταγιαντώ τούτη την καταδιά μας

καλλιά στραβός να μη θωρώ μπλιο τα ποδώματά μας,

που δεν επόμεινε αθρωπιά και σεβασμός ψιχάλι

και που τ’ αμάτι πολεμά ο γεις τ’ αλλού να βγάλει.

Χάθηκε η εξά του Έλληνα και το φιλότιμό ντου

και μπλιο ξανοίγει ο κάθα εις μόνο τον απατό ντου.


Κουκλινός

Φίλε μου τούτανά θωρώ, σε ίντα κόσμο ζούμε,

όπως τα καταφέραμε, εδά να τα λουστούμε.

Δε (ν)είναι κόσμος τούτοσές, φίλε μου ακριβέ μου,

ίντα γυρεύγομε έπαε κι εσύ κι εγώ , μα πε μου.

Δε βρίχνεις άθρωπο σωστό, σπάνια θα σου λάχει,

να ‘ναι θεοσεβούμενος, εμπιστοσύνη να ‘χει.

Πού φτάξαμε το λογικό παράλογο να μνοιάζει,

το αφύσικο να κυβερνά, να μας εξουσιάζει.


Λουκαδάκης

Ετσά ‘ναι κιόλας που τα λες, μα ίντα κοντό να πούμε,

μαγάρι να μη δώσει ο θιός χειρότερα να δούμε,

μ’ αφού το χρήμα κυβερνά και η πρεπιά εχάθη

του βγαίνουν τούτου του ντουνιά ότι κακά κι αν πάθει.

Ζηλεύγω, φίλε μου καλέ, τση παλαιινής τση ζήσης

κι ας είχενε κακοβολιές, βάσανα και στερήσεις.

Ετότεσας εκάνανε την καλοσύνη πράξη

κι ας μην εμπόριενε κιανείς δεκάρα ν’ αποτάξει.


Κουκλινός

Στη χώρα μας γεννήθηκαν ήρωες των αρμάτω

τση λευτεργιάς σταυραετοί κι αθρώποι τω γραμμάτω

και πώς τη καταντήσανε σήμερο τη παιδεία,

λουκέτο σ’ ούλα τα χωργιά βάλανε στα σχολεία.

Λιγαίνει η πατρίδα μας, δε κάνει μπλιο κοπέλια

γιατί τση φτώχειας η θηλιά γκρεμίζει τα θεμέλια.

Οι νέοι δε παντρεύγουνται μα κι όπχοιος το τολμήσει,

δύσκολο οικογένεια να κάμει να τη ζήσει.

Γι’ αυτό και δε ταιργιάζουνε τα χνώτα των αθρώπω,

παντρεύγονται, χωρίζουνε χωρίς κιανένα κόπο.



Λουκαδάκης

Εμείς μονάχα, φίλε μου, φταίμε που δεν μιλούμε

κι ότι μασε σερβίρουνε σαν τα οζά μασούμε,

τάξε, ετσά ‘ναι το σωστό και πράμα δεν αλλάσει…

το μπέτη μας να στέσομε να μην τωσε περάσει.

Να βάλομε την αθρωπιά πάνω απ’ τη κεφαλή μας,

να βρει η αγάπη κατοικιά βαθιά μες στην ψυχή μας,

να πούμε στα κοπέλια μας τι στράτα να κλουθούνε,

τα ζάλα ντως σεβαστικά στο χώμα να πατούνε,

ν’ ανοίξομε τα σπίθια μας τα σομανταλωμένα

να πιούμε, να γλεντίσομε σεμνά, μπεγεντισμένα.


Κουκλινός

Εγώ θυμούμαι μνια φορά, στ’ αφέντη μου το σπίτι

και στα χωργιά μας, θα ‘λεγα, σ’ ολάκερη τη Κρήτη,

οι γέροι να ‘ναι δίπλα μας, για να μασε μονιάζουν

και στο τραπέζι το ψωμί, δίκαια να μοιράζουν.

Να μασε λένε συμβουλές, πχοιο ΄ναι σωστό και δίκιο,

μη (ν)αλλαξοδρομίζομε γιατί δεν είναι αντρίκιο.

Χωρίς γερόντους η ζωή, φίλε μου κι αδερφέ μου,

έπαψε να ‘χει νόημα και κακοφαίνεταί μου.


Λουκαδάκης

Ας πιούμενε κι εμείς λοιπόν στην μνήμη τη δικιά ντως

κι ας είναι των προγόνων μας άγια τα κόκκαλά ντως.


Κουκλινός

Ας πχιούμε μακαρία ντως κι ο θιος να ξεμιστεύγει

απου το κόσμο ετούτονε, μικιός κιανείς μη φεύγει.



Λουκαδάκης Νίκος

Ο Δαφνιανός”

niloukadakis@yahoo.gr

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΙΟΡ ΤΖΑΝΑΚΗ

ΤΣΗ ΚΟΝΤΟΛΕΝΙΑΣ

Ο ΚΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΘΟΥΣΑΣ

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1821 ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΞΟΜΠΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ