ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ ΑΡΤΗΚΑΣ-ΑΓΚΑΡΑΘΙΑ

 

ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

ΑΡΤΗΚΑΣ-ΑΓΚΑΡΑΘΙΑ

Αδειανή πάλι φορώ του νου τη βούργια γιατί κινώ για ταξίδι μακρινό κι εκεί που θα πάω θα βρω λογάρι μεγάλο, θησαυρό που όσο τονε διαμοιράζεις τόσο πληθαίνει. Βάνω λοιπόν στη ψυχή αγγίνια καλλίκωση και κλουθώ τα χνάρια των λέξεων. Περνώ πολιτείες κι έρημα χωριά, ανεβαίνω σε λόφους κι άγρια βουνά, πατώ σε τζουγκριά και σε σπαρμένους κάμπους. Όσο προχωρώ τόσο σαλεύουν οπίσω οι καιροί, οι λέξεις όμως ίδιες. Μονάχα το πανωφόρι τους αλλάζει κι αυτό είναι ανάριο, τις θωρείς ξεκάθαρα να σου χαμογελούν.

Εκεί ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο ζάλο βλέπω μπροστά μου ένα ολάνθιστο φυτό, ψηλό, με χοντρό κορμό και μυριάδες μέλισσες  να ρουφούν αχόρταγα το νέκταρ του. Σιμώνω, μοιάζει με το μάραθο μα δεν μυρίζει, είναι ένας άρτηκας. Άρτηκας, ο αρχαίος νάρθηξ (ο νάρθηξ-τον νάρθηκα-τον άρθηκα-τον άρτηκα) που όπως μαθαίνουμε από τον Ιπποκράτη, με κομμάτια του στερέωναν κι έδεναν τα κατάγματα. Στην Ελληνική μυθολογία αναφέρεται πως


Ο άρτηκας ανθισμένος
                          

ο Προμηθέας έκλεψε τη φωτιά από τους θεούς και την μετέφερε στους ανθρώπους μέσα στους κούφιους βλαστούς του άρτηκα. Όπως όλοι οι μύθοι έτσι κι αυτός «κρύπτει νουν αληθείας», μέσα στον βλαστό του άρτηκα υπάρχει ψίχα που λειτουργεί σαν φυτίλι, σιγοκαίει χωρίς να επηρεάζει τον φλοιό, έτσι οι παλιοί τον χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν και να ανάψουν φωτιά. Σήμερα στα χωριά, τον άρτηκα τον γνωρίζουν καλά γιατί στις ρίζες του φυτρώνουν τα πεντανόστιμα μανιτάρια, οι «αρτηκίτες».

             Μεγάλο το ζάλο της πρώτης λέξης κι εγανάχτησα να κάμω το δεύτερο, μα πριν να σηκώσω τον πόδα μου για το τρίτο ζάλο, θωρώ άλλο φυτό ομπρός μου. Μου φάνηκε σαν φασκομηλιά όμως σαν παρατήρησα καλύτερα είδα τους καρπούς της που στέκουν στην κορφή των κλαδιών να μοιάζουν με μικρά κεφάλια. Ήταν μια αγκαραθιά. Ψαχουλεύω τη λέξη, βρίσκω και εκεί μέσα μικρές κεφαλές, α-κάρα-θος (κάρα, αρχαία λέξη για το κεφάλι). Εμένα όμως ο νους μου πάει στην παλαιότατη Μονή Αγκαράθου. Η παράδοση μας λέει πως η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας βρέθηκε μέσα σε μια αγκαραθιά, στο σημείο που χτίστηκε αργότερα το καθολικό της Μονής. Μάλιστα έξω από το ιερό του ναού υπάρχει μια ροδιά κι ένα καντήλι πάντα ανάβει στη ρίζα της, λέγεται ότι την αρχική αγκαραθιά την μπόλιασαν τότε και ως εκ θαύματος μετατράπηκε στο δέντρο αυτό.

 

                             Η περίφημη ροδιά έξω από τον ναό της Μονής Αγκαράθου.


        Δύο ζάλα έκαμα και γέμισα τη βούργια. Δυο λέξεις κι έχουνε χωνέψει μέσα τους, μύθους, εικόνες, ιστορία, παράδοση κι αιώνες. Για αυτό είναι ακόμα ζωντανή τούτη η λαλιά, γιατί οι λέξεις της δεν γερνούν ποτέ. Ακούραστες και πάντα ζωηρές χοροπηδούν μέσα μας άλλοτε τραγουδώντας κι άλλοτε αφρίζοντας από την όργητα. Στην πέτρινη ραχοκοκαλιά τους στηρίζονται θεοί, ήρωες, σοφοί, ποιητές κι αν μια λέξη χαθεί, θα χαθεί η ομορφιά από τη φύση.

        Μονάχα δυο ζάλα έκαμα, βοήθα θεέ μου να κάμω και το τρίτο.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΙΟΡ ΤΖΑΝΑΚΗ

ΤΣΗ ΚΟΝΤΟΛΕΝΙΑΣ

Ο ΚΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΘΟΥΣΑΣ

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1821 ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΞΟΜΠΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ