Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ

 Η ΠΕΡΑΣΑ ΤΟΥ ΦΑΡΑΓΓΑ

 

Είχα τάξει στον γαμπρό μου, Μανώλη και το φίλο του Νίκο, να περάσομε το Φαράγγι της Σαμαριάς, φέτος λοιπόν που έκαμε πολλά νερά και χιόνια πήρα την απόφαση να πάω.

  Επήγα και ξώμεινα στης αδερφής μου στο Ρέθυμνο και το πρωί της Παρασκευής,  εκκινήσαμε οι τρεις οδοιπόροι με το αμάξι του Μανώλη για το ΚΤΕΛ των Χανίων.  Εφτάξαμε λοιπόν στα πολύβουα Χανιά και αφού αφήσαμε το αμάξι σε ένα στενό, περπατήσαμε λίγο μέχρι το ΚΤΕΛ.  Στις 7:50 ξεκινήσαμε μαζί με πολλούς τουρίστες για το οροπέδιο του Ομαλού.

      Εντακάραμε και ανεβαίναμε τον οφιδωτό, στενό δρόμο κι αφού χορτάσαμε γκρεμνά και δεντρά στις 8:50 μπήκαμε στο οροπέδιο και σταματήσαμε στην εμπασά του Φάραγγα, όπως τον λένε οι ντόπιοι.

Το μέρος σου κόβει την ανάσα, θεόρατα βουνά χιονισμένα στις κορφές, κυπαρίσσα, έλατα και από κάτω ο Φάραγγας να χάσκει.

Η θέα από την είσοδο του "Φάραγγα"

       Αφού βγάλαμε μερικές φωτογραφίες και πληρώσαμε το εισιτήριο, ερχίξαμε να κατεβαίνομε την περίφημη ξυλόσκαλα του φαραγγιού. Ζόρικα τα σκαλιά, μεγάλα και ανάμεσα τους ξεπροβαίρνουνε βράχοι μαγληνοί που άμα δεν έχεις τον νου σου, μπορεί να βρεθείς χάμε δίχως να το καταλάβεις. Κατεβαίναμε λοιπόν και σιγά-σιγά ομπρός μας απλωνόταν όλη η ομορφιά της φύσης. Κυπαρίσσια θεόρατα, βράχοι τρανοί στη πορεία μας και πολλοί νομάτοι γύρω μας να βγάζουν φωτογραφίες.

       Σιγά-σιγά ‘σοπατήσαμε και από μακριά εκούσαμε νερό να κατεβαίνει το βουνό. Ανά 2-3 χιλιόμετρα έχει στάσεις με νερό, έτσι σταματήσαμε και εμείς στην πρώτη στάση να πάρουμε μια ανάσα. Εκεί πρωτοείδαμε και τον ποταμό μα ξερό, δίχως νερό. Αφού ξαποστάσαμε κινήσαμε και λίγο πιο κάτω είδαμε το νερό που μάλλον ξετρυπούσε υπογείως, ενθουσιασμένοι βρέξαμε την κεφαλή μας και συνεχίσαμε να περνούμε τον ποταμό πότε από τα δεξιά ποτέ από τα ζερβά. Ο ποταμός πιο κάτω αγρίεψε, άφριζε κι όσο τον γροικούσαμε τόσο ξεχνούσαμε την κούραση μας. Κάποια στιγμή σε μια στροφή ένας μικρός καταρράχτης ορθώθηκε ομπρός μας, μείναμε με το στόμα ανοιχτό, μα δεν προλάβαμε να το κλείσουμε γιατί είδαμε δύο κορίτσια  να ετοιμάζονται να βουτήξουν, συνεχίσαμε το δρόμο μας κι από μακριά εκούσαμε τσι μουγκρές τους, μάλλον πως ήτονε μπούζι το νερό.

Ο μικρός καταρράχτης μέσα στο φαράγγι

Λίγο πιο κάτω είδαμε μια μεσοκαιρίτισσα γυναίκα, φαρδιά πλατιά χάμω, ολόχλωμη και από πάνω μια άλλη να της κάνει αέρα. Ε, το φαράγγι δεν είναι για όλο τον κόσμο, πρέπει μια ολιά να βαστούνε τα πόδια σου. Δύο λεπτά πιο μετά είδαμε ένα γεροντή με ένα κτήμα και πήγαινε να τη νεμαζώξει, κακονίζικο οζό! Τρεις ώρες είχανε περάσει απ' όταν εκκινήσαμε και φτάσαμε στο χωριό Σαμαριά, Οσία Μαρία δηλαδή, από κει έχει πάρει και το όνομά του το φαράγγι, από μια εκκλησία που υπάρχει εκεί. Αφού επεράσαμε την ξύλινη γέφυρα εκάτσαμε στον παχύ ασκιανό θεόρατων δεντρών, εβγάλαμε ότι είχαμε για κολατσό και ήπιαμε και μια ρακί. Ένα μικιό ριφάκι με πρησμένη την κοιλιά από τον ταισμό μασε πλησίασε. Μερωμένο ήφαε από τη χέρα μας, όπως κι ένας ατσέλεγας που ήκατσε στο τραπέζι. Έτσα χωρίς το άγριο θεριό, τον άνθρωπο, η φύση είναι ήρεμη βρίχνει το δρόμο της, εμείς της χαλάμε τη σειρά της και οργίζεται. Αφού λοιπόν ξεκουραστήκαμε κινήσαμε πάλι για το τελευταίο κομμάτι του Φάραγγα.

      Όπως βγήκαμε από το χωριό, είδαμε ελιές παλαιϊνές και χαλάσματα. Σε παλιές εποχές άνθρωποι κυνηγημένοι κατοίκησαν εδώ, μέχρι και περιβολάκια είδαμε. Από κει και κάτω το φαράγγι στενεύει και ομορφαίνει. Βαδίζαμε μέσα στο ποταμό πλέον κι από πάνω, μας σκέπαζαν θεόρατοι βράχοι. Απάνω στους βράχους γαντζωμένα δεντρά να κρέμονται στα γκρεμνά. Να τα θαύματα ομπρός μας κι εμείς τα ζυγώνομε σε ονείρατα κι οράματα. Τα πόδια μας επονούσανε και η ζέστη ήταν αφόρητη, το νερό του ποταμού πότε χανόταν και πότε πάλι ξεπρόβαιρνε χαρούμενο και κελαριστό. Σιγά-σιγά εφτάξαμε στις σιδερόπορτες, έκεια είναι το πιο στενό σημείο, 3 μέτρα φάρδος και 100 μέτρα ύψος. Το νερό του ποταμού αγριεύει εκεί και έχουνε στέσει μια ξύλινη μεγάλη γέφυρα κατά μήκος του ποταμού και περνά ένας-ένας.

Μέσα στις Σιδερόπορτες

 

Περάσαμε και βγάλαμε φωτογραφίες, αυτό το μέρος δεν το βλέπεις ποθές αλλού. Συνεχίσαμε να πορπατούμε δίπλα στον ποταμό μέχρι που εφτάξαμε στο σημείο όπου τελειώνει το φαράγγι, εκεί έχει ένα περίπτερο που πρέπει να δώσεις το εισιτήριο που σου δώκανε στην αρχή, μην τυχόν και ξωμείνει κιανείς μέσα. Αναστενάξαμε και οι τρεις βαθειά, χαρούμενοι, κουρασμένοι μα ανακουφισμένοι. Δεν είναι και λίγο πράμα, έξι ώρες ήμασταν μέσα στον Φάραγγα και αυτά που είδαμε θα είναι για μέρες καρφωμένα στο μυαλό μας.


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΣΙΟΡ ΤΖΑΝΑΚΗ

ΤΣΗ ΚΟΝΤΟΛΕΝΙΑΣ

Ο ΚΑΤΗΣ ΤΗΣ ΑΘΟΥΣΑΣ

Ο ΞΕΣΗΚΩΜΟΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΤΟ 1821 ΣΤΑ ΣΧΟΛΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΞΟΜΠΛΙΑ ΣΤΟ ΦΑΝΤΟ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ