Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάρτιος, 2022

ΤΑ ΜΙΑΡΑ

Εικόνα
  ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ Τα μιαρά Σαλεύοντας πάνω στ’ απόζαλα των λέξεων, πολλές φορές μου πάντηξαν   λογιώ-λογιώ έχνη.   Πολλά από αυτά ακολουθούν τον άνθρωπο από όταν πρωτοστάθηκε όρθιος, τον βοήθησαν να επιβιώσει και να γίνει αυτό που είναι σήμερα. Άλλα πάλι του προκαλούν ζημιές, ασθένειες ή απλά δεν έχουν καμία χρησιμότητα για αυτόν, όλα αυτά που στο τόπο μας τα λέμε «μιαρά». Τα μιαρά (αρχ. μιαρός= μολυσμένος, ανόσιος), μικρά και μεγάλα, πάντα απασχολούσαν τον άνθρωπο και τα ονόματά τους είναι η μεγαλύτερη απόδειξη για αυτό: Άρκαλος : Υποείδος ασβού που ζει στην Κρήτη, άρκηλος για τους αρχαίους (άρκαλος στη Δωρική διάλεκτο), με πιθανή ρίζα το άρκων   (μεταγενέστερο του άρκτος)   μιας και το σαρκοφάγο τούτο θηλαστικό μοιάζει με μικρό αρκουδάκι. Ο άρκαλος κυνηγήθηκε για τις ζημιές που προκαλούσε στις καλλιέργειες με τα λαγούμια του.   Ο περίφημος άρκαλος στην είσοδο του λαγουμιού του                  ...

ΚΑΣΤΑΝΟΠΟΥΛΑ

Εικόνα
  ΜΑΝΑΔΕΣ ΤΗΣ ΛΕΥΤΕΡΙΑΣ Καστανοπούλα Πειραιάς 1918. Η Ισπανική γρίπη θερίζει τις γειτονιές του μεγάλου λιμανιού. Δεν έχει μείνει σπίτι που να μην έχει κλάψει νεκρό από το φοβερό αυτό θανατικό. Μια γυναίκα ηλικιωμένη, γύρω στα 75, ξαπλωμένη στο κρεβάτι της βαριανασαίνει. Κάθε αναπνοή της και μια μαχαιριά στα στήθια. Ξέρει ότι δεν της μένει πια πολύς χρόνος, νοιώθει τη ζωή να φτεροκοπά μέσα της, έτοιμη να πετάξει μακριά. Απέναντι στον τοίχο είναι κρεμασμένο ένα πολεμικό τουφέκι κι από πάνω του δυο κλαδιά δάφνες. Το κοιτάζει κι αναστενάζει βαθιά. Άλλη μια μαχαιριά στα στήθια, μα δάκρυ στα μάτια της ούτε ένα. Ένα τελευταίο ταξίδι, το προλαβαίνει ο κουρασμένος της νους. Κερά Κισσάμου 1866. Ο άγριος γενίτσαρος Μουσά Δερβίσης μπαίνει στο σπίτι, πιάνει τον Καστανοκωνσταντή από το πουκάμισο και του λέει: « Αύριο να φέρεις το βόδι σου στην Κίσσαμο να το παραδώσεις. Πρόσεχε κακομοίρη μου μην τυχόν και δεν το φέρεις για θα-ν-έρθω και θα σασε σφάξω όλους έπαε». Σαν έφυγε ο γενίτσαρος, η 2...

ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Εικόνα
  ΠΑΡΑΔΟΣΗ Για τους περισσότερους, η παράδοση μοιάζει σαν μια καλοκάγαθη γριούλα που κάθεται αμίλητη σε μια γωνιά και πότε-πότε σιγομουρμουρίζει ένα παραμύθι ή ένα λυπητερό τραγούδι. Στο δικό μου όμως πολύβουο λιμάνι του νου, η παράδοση έρχεται σαν βαροφορτωμένο σκαρί, που κουβαλά όσα λαχταρά η αχόρταγη ψυχή μου. Κάποιες φορές μάλιστα, τούτο το σκαρί κρύβει στ’ αμπάρια του την αστραπή, που σαν φανεί, για καιρό φωτίζει τη γύρω σκοτεινιά και το κρυμμένο μου χαμόγελο. Δεν είναι κειμήλιο η παράδοση να τη βάλουμε σε προθήκη μουσείου ή σε κάποιο αραχνιασμένο μπαούλο, ούτε ξεθωριασμένη φωτογραφία να την κρεμάσουμε στον τοίχο της λησμονιάς. Χρέος βαρύ είναι. Σαν την καλημέρα πρέπει καθημερνώς να τη φέρνουμε στα χείλη μας, σαν το γάλα να τη δίνουμε στα κοπέλια μας, σαν αναμμένο κάρβουνο να τη ρίχνουμε στην παραστιά της ανατροφής. Για να κουβαλήσεις όμως την παράδοση στη ράχη σου πρέπει να την καταλάβεις, να κοιτάξεις βαθιά την αλήθεια της. …Δεντρό στην αυλή σου είναι η παράδοση… Δεν θέλ...

ΧΑΘΗΚΕ ΤΟ ΝΙΚΟΛΙΟ

Εικόνα
  Χάθηκε το Νικολιό -Ίντα ελύσαξες μωρή Ουρανία να γιαγείρω απ’ το ντουκιάνι κι ήπεψες δυο φορές να μου φωνιάξουνε; -Όφου Γιάννη κι ήχασα το κοπέλι μας. Όφου κι αν έχει πάθει πράμα θα σκοτωθώ. -Πάψε να κλαις και πες μου ίντα εγίνηκε. Πώς το ‘χασες δηλαδή; -Όφου η σκύλα ιντά ‘καμα. Ήριξε το κουρούπι με το σύγληνο και το ‘σπασε. Του ‘παιξα ένα χαστούκι, απού να μου μαραθεί η χέρα, και του φώνιαξα πως θα τονε κάμω μαύρο στο ξύλο. Εφοβήθηκε το κακορίζικο, εβγήκε από την πόρτα κι εχάθηκε. -Κάπου θα χώστηκε, μόνο σώπαινε. -Παντού ήψαξα. Άχι κι ήκαψα το σπίτι μας. -Μπας εξαναχώστηκε στο σπίτι και δεν τον είδες; -Άνω-κάτω ήκαμα το σπίτι, ποθές δεν είναι. Έλα να ψάξομε μαζί, για θα κουζουλαθώ Γιάννη. Έψαξαν παντού ο Γιάννης και η Ουρανία, μέσα και γύρω απ’ το σπίτι, μα τίποτα. Γύριζαν και φώναζαν του Νικολιού με αγωνία, μα πουθενά το μικιό κοπέλι. - Ουρανία, πάω στο περβόλι, έκεια θα ‘χει πάει. Θα πάω και στη μάντρα μπας εχώστηκε μέσα. Εσύ σάλευγε στην αμπλά σου μήπως τον ...

ΚΡΗΤΗ-ΚΥΠΡΟΣ-ΠΟΝΤΟΣ

Εικόνα
  ΣΤΑ ΧΝΑΡΙΑ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ Κρήτη-Κύπρος-Πόντος Κλουθώντας τα χνάρια των λέξεων, περνώ στράτες κακοπάντιδες, μονοπάτια ανηφορικά, μα κάθε ζάλο μου είναι ελαφρύ σαν να πατώ στα νέφαλα. Ούτε μια στιγμή δεν βαρυγκώμησα, μόνο λυπούμαι που δεν ξεκίνησα πιο νωρίς τούτο το ταξίδι. Ζάλο-ζάλο λοιπόν έφτασα σ’ ένα τρίστρατο και στάθηκα να δω ποιο δρόμο θα διαλέξω. Στη μια στράτα η Κρητική λαλιά, στην άλλη η Κυπριακή και στην τρίτη στράτα η Ποντιακή. Όποιο μονοπάτι κι αν πάρω, στη μάνα Ελληνική γλώσσα θα καταλήξω, μα εγώ έμεινα εκεί που σμίγουν οι δρόμοι, για να βρω τα χνάρια των κοινών μας λέξεων. Οι τρεις τόποι έχουν ίδια γλώσσα, ίδια μοίρα, ίδια ματιά στη ζωή και στον θάνατο. Πολλές φορές σμίξαν οι λαοί μας, πότε στο χοροστάσι της λευτεριάς, πότε στο γλέντι του πολέμου, πότε στο μοιρολόι της μάνας. Έτσι σμίξανε και οι λέξεις μας, οι φωνές μας, τα τραγούδια μας. Κοίταξα απ’ την πάντα της Κύπρου κι είδα λέξεις γνώριμες, που νόμιζα πως μόνο στην Κρήτη τις ακούς: Αλλάσσω, παντώ, σάζω, ακλου...