ΜΑΗΣ ΗΤΟΝΕ

Μάης ήτονε Μάης ήτονε κι είχες βάλει την καλή σου φορεσά. Λουλουδιασμένη και μοσχομύριστη, ανήμενες τα κοπέλια σου να γιαγείρουν δοξασμένα απ’ τα ματωμένα βουνά του πολέμου. Μ’ αυτά, ολόγδυμνα και παραπονεμένα, με τσι βαθιές τσαφουνιές τση σκλαβιάς στη ράχη ντως και τη λευτεριά αλυσοδεμένη οπίσω ντως, μάχουνταν να διαβούν την πυρωμένη θάλασσα για να πέσουν στην αγκαλιά σου. Κι εσύ ανήμενες…ξανοίγοντας πότε οθέ ν-τη Δύση μπας και ξεπροβάλει άλλος ήλιος, πότε οθέ ν-το Βορρά μπας και φανεί το σαπιοκάικο με το κατάλευκο πανί. Τα Γερμανικά « μιάσματα» χώνουνται κάπου στην Κρήτη την ημέρα της Μάχης της Κρήτης. Πηγή φωτογραφίας: διαδίκτυο. Μάης ήτονε κι αντί για χελιδόνια, άγρια πουλιά φανήκανε στον αξέγνοιο ορίζοντα σου. Σιδερένιο, βαρύ νέφαλο σκέπασε τον καθάριο ουρανό σου κι ήβαλες πάλι τη βασανισμένη χέρα σου αντήλιο του πολέμου. Γεμίσανε οι κάμποι και τ’ ακρογιάλια σου με λιμασμένους λύκους που ρέγουνταν φρέσκια σάρκα και ζεστό αίμα. Μα δεν εφοβήθηκες, κατεχάρισσα ή...