ΒΟΥΛΙΣΜΕΝΟ ΑΛΩΝΙ
ΘΡΥΛΟΙ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΟΠΩΝΥΜΙΩΝ
Βουλισμένο Αλώνι
Αν κοιτάξει κανείς δυτικά του Ηρακλείου, θα δει ένα βουνό σαν πυραμίδα,
τον Στρούμπουλα, που αιώνιος φρουρός φυλάει το «Μεγάλο Κάστρο». Στους πρόποδες
τούτου του βουνού, λίγο μετά τους «Κουμπέδες», υπάρχει ένα μεγάλο κυκλικό
βύθισμα στη γη, σαν κρατήρας, το «Βουλισμένο Αλώνι». Το θαυμαστό αυτό έργο της
φύσης, που βρίσκεται σε έναν άγριο τόπο, γεμάτο χαράκια, όταν το επισκεφτείς,
σε αφήνει άναυδο και σου προκαλεί δέος. Έχει μάλιστα εξαιρετική ακουστική,
πράγμα που είχε παρατηρήσει ο αξέχαστος Μάνος Χατζηδάκης και είχε προτείνει να
γίνει εκεί υπαίθριο θέατρο.
Το σχήμα του «Βουλισμένου Αλωνιού» είναι ελλειπτικό, με τον μεγάλο
άξονά του να έχει μήκος 94 μέτρα και το ύψος του να διαφέρει από 4,5 έως 43,3
μέτρα. Οι επιστήμονες δεν έχουν ακόμα δώσει σαφή εξήγηση του φαινομένου. Μιλάνε
για «δολίνη» και σπήλαιο που υποχώρησε, όμως το μεγάλο μέγεθος του «κρατήρα»
τους μπερδεύει και δεν μπορούν να απαντήσουν ακριβώς γιατί συνέβη στο σημείο
αυτό το βύθισμα της γης. Όσο λοιπόν ψάχνουν οι επιστήμονες, ας δούμε τι λέει
για τον τόπο αυτό η αστέρευτη λαϊκή φαντασία.
Ήταν κάποτε λέει η Κρήτη όλη σπαρμένη. Όπου κι αν εθώριες υπήρχανε
στάρια, κριθάρια κι άλλα σπαρτά, για να θραφούν αθρώποι κι οζά. Πολύς ο κόπος
μα οι αθρώποι τότε, ξωμάχοι γεροί, επαλεύγανε ολοχρονίς με τη γη κι αυτή πότε
τους καλοκάρδιζε γεμίζοντας τα πιθάρια τους, πότε μανισμένη τους έδιδε ίσα- ίσα
τα απαραίτητα.
Ήτονε λοιπόν τότε ένας νοικοκύρης μεγάλος, δουλευτής γερός, που ‘χε περιουσία μεγάλη. Σπαρτά, περβόλια,
ελιές, οζά και πράμα δεν έλειπε από το αρχοντικό του. Είχε ένα χωράφι με
σπαρμένα, που ‘πιανε από τους Κουμπέδες ίσαμε το Μάραθο και στον τόπο που είναι
το βύθισμα τση γης είχε ένα θεόρατο αλώνι.
Έκεινα η χρονιά ήτονε καλά καλή. Πολύς καρπός και τα πια άγονα χωράφια
είχανε σοδειά γερή. Ο νοικοκύρης εγλακούσε από χωράφι σε χωράφι, από νύχτα ως
νύχτα για να προκάμει τον καιρό μην του χαλάσει κιαμιά ομπρά την σοδειά. Επήγε
λοιπόν και κατάστασε το μεγάλο αλώνι με βιάση για να προλάβει να πάρει τον
καρπό. Το έγρανε, το βούτσωσε, το καθάρισε με τη βουρλοπαρασύρα και σαν ήφταξε
στο σπίτι, είπε στη γυναίκα του:
-Αύριο θα πάμε στο μεγάλο αλώνι,
μόνο να ποσάσεις τα μπράτη.
-Ίντα μωρέ αθεόφοβε λες
έκεια; Ετέθοια σκόλη θα πάμε στ’ αλώνεμα; Του Προφήτη Ηλία ξημερώνει, θα ρίξει
φωθιά να μασε κάψει.
-Οι Αγίοι να κάνουνε τη
δουλειά ντος κι εγώ την εδική μου. Να το πεις και τση κόρης σου. Νύχτα θα
φύγομε.
Έτσα κι έγινε. Έφτασαν στο μεγάλο αλώνι, σκόρπισαν τα δεμάθια, δέσανε
τσι μουστρουχωμένες αελιές, τσι ζέψανε με τον βολόσυρο και η κόρη βγήκε ολόχαρη
απάνω να αρχίξει το αλώνεμα. Η γυναίκα σταυροκοπιόταν φοβισμένη κι έλεγε: «Προφήτη Ηλία μου συγχώρα μας τους
αμαρτωλούς». Η κόρη πάνω στο βολόσυρο ετραγούδιενε: « Γύρω γεια τωνε κι όλα τ’ άχερα δικά ντωνε» κι ο νοικοκύρης
χαρούμενος έβλεπε τους σωρούς τον καρπό και γελούσανε τα μουστάκια του.
Έκεια πάνω στο τραγούδι της κόρης, ακούστηκε βρούχος μεγάλο και πριν
προλάβουν να κουνήσουν, το αλώνι βούλιαξε παρασέρνοντας μαζί του αθρώπους και
οζά στα έγκατα τση γης. Έτσι τιμώρησε ο Προφήτης την ασέβεια τους κι αν τύχει
να βρεθείς έκεια στις 20 του Ιούλη, ανε φρουκαστείς καλά, θα ‘κούσεις την κόρη
να τραγουδά ακόμα: «Γύρω γεια τωνε κι όλα
τ’ άχερα δικά ντωνε».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου